Μετά από πολύ
καιρό, έρχομαι και πάλι κοντά σας, για μια καινούργια αρχή, επάνω σε πολύ πιο
όμορφες και άνετες βάσεις. Φέτος για πρώτη χρονιά, την 1η του Σεπτέμβρη, δεν θα δώσω το παρόν στην
δουλειά μου και εύχομαι να μην μου το δώσει και αυτή. Έτσι λοιπόν, τον χρόνο
μου από εδώ και πέρα, ελπίζω ότι θα τον ορίζω εγώ και θα έχω την άνεση και την
πολυτέλεια να είμαι συχνά κοντά σας. Για 28 περίπου χρόνια είχα την τύχη να
χρησιμοποιώ τον προφορικό λόγο, και να έχω άμεση επαφή με τους συνομιλητές μου,
ώστε να ελέγχω τις αντιδράσεις τους και να κατευθύνω την συζήτηση σύμφωνα με
τους χαρακτήρες τις απορίες και τα θέλω τους και πολλές φορές και τις επιθυμίες
τους. Μπορούσα λοιπόν να χρησιμοποιώ τις τεχνικές της ρητορικής τέχνης σύμφωνα
με τους κανόνες της ψυχολογίας των όχλων, και να κατευθύνω την συζήτηση σύμφωνα
με τους χαρακτήρες, τις αντιδράσεις και την αποδοχή της από τους ακροατές μου. Αν δηλαδή είχα να κάνω με άτομα
αισιόδοξα – απαισιόδοξα – απαθή κ.λ.π. να κρίνω και να χρησιμοποιώ τον λόγο,
ανάλογα με τους ακροατές και του, τι κλίμα ήθελα να δημιουργήσω, έτσι λοιπόν
έπρεπε να βλέπω το ποτήρι άλλοτε <<μισογεμάτο ή μισοάδειο>> ή
άλλοτε <<μισοάδειο ή μισογεμάτο>>.
Από εδώ και
πέρα όμως θα χρησιμοποιώ τον γραπτό λόγω που όπως όλα τα πράγματα στην ζωή έχει
τα ΚΑΚΑ του, έχει και τα ΚΑΛΑ του. Ο προφορικός λόγος φεύγει χωρίς να αφήνει
πίσω του στοιχεία και αποδείξεις στην πορεία του χρόνου και ο κάθε ακροατής επιλέγει
και συγκρατεί αυτά που τον αντιπροσωπεύουν και τον εντυπωσιάζουν σύμφωνα με τον
χαρακτήρα του. Έτσι θυμάται μεμονωμένα πράγματα, που αν οι ακροατές ήταν πάνω
από δυο, μπορεί να θυμούνται τελείως διαφορετικά πράγματα και όταν ξαναβρεθούν
μετά από καιρό και προσπαθήσουν να αναπλάσουν την συζήτηση, συνήθως ο ένας
συμπληρώνει τον άλλο και του υπενθυμίζει κομμάτια του διαλόγου που έχει ξεχάσει
για να ολοκληρωθεί η ανάμνηση ενός διαλόγου που και στους δυο είχε κάνει
εντύπωση αλλά ο κάθε ένας συγκρατούσε τα δικά του κομμάτια. Ένα άλλο
χαρακτηριστικό του προφορικού λόγου είναι ότι ο ομιλητής παρακολουθεί το κοινό
του και κατευθύνει την συζήτηση, σύμφωνα με την αποδοχή που έχει και τις
απορίες που δημιουργούνται στους ακροατές του με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται ή
να επιταχύνεται το αποτέλεσμα. Αν πάλι απευθύνεται σε ομάδα τότε θα πρέπει να
προεργαστεί την συζήτηση έμμεσα ώστε να τύχει της κατάλληλης αποδοχής και να κατευθύνει
τον λόγο εκεί που θέλει. Στον γραπτό λόγο ο ομιλητής είναι ένας μοναχικός
άνθρωπος που σκέπτεται και μονολογεί
όπως κάνουν συνήθως όλοι οι άνθρωποι που επιλέγουν τον γραπτό λόγο, γι’
αυτό και όλοι οι συγγραφείς είναι συνήθως μοναχικά άτομα τουλάχιστον κατά την
περίοδο της συγγραφής του έργου τους.
Τα καλά του
γραπτού λόγου είναι: Πρώτον, δεν έχεις αντίλογο να διακόπτει τις σκέψεις σου
και να σε αναγκάζει να κατευθύνεις την συζήτηση σύμφωνα με τις απορίες ή τις αντιδράσεις
του. Δεύτερον, δεν παρακολουθείς τα πρόσωπα των ακροατών σου, ώστε να
διαμορφώνεις τον λόγο σου σύμφωνα με την αποδοχή του, αλλά εκφράζεις καθαρά την
δική σου άποψη με τον δικό σου τρόπο σκέψης. Τρίτον, απευθύνεις τον λόγο σου σε
ένα ευρύ κοινό, χωρίς να γνωρίζεις τα άτομα που το αποτελούν αν είναι αισιόδοξα
– απαισιόδοξα ή απαθή ώστε να διαμορφώνεις τον λόγο σου, τοποθετώντας πρώτα τα
κακά και μετά τα καλά με έμφαση, αν θες να δημιουργήσεις αν θες να
δημιουργήσεις αισιοδοξία ή πρώτα τα κακά και μετά τα καλά αν θες να
δημιουργήσεις προσγείωση ή συγκράτηση. Τέταρτον επειδή δεν βλέπεις το κοινό σου
δεν μπορείς να προγραμματίσεις την κατάλληλη εισαγωγή ή να προετοιμάσεις το
έδαφος επάνω στο οποίο θα στηρίξεις τον λόγο σου. Τέλος, μια πολύ παλιά ρήση
λέει (ΤΑ ΓΡΑΠΤΑ ΜΕΝΟΥΝ) και διαβάζονται από διάφορα άτομα στην πορεία του
χρόνου, άρα, θα πρέπει να είναι προσεγμένα και να αντέχουν και στην φθορά του
χρόνου, αν μάλιστα μπορούν να κρύβουν και κάποια κρυφά νοήματα που κάθε φορά
που τα διαβάζεις να ανακαλύπτεις και κάτι καινούργιο, τότε έχουμε το τέλειο
γραπτό.
Κάποιοι
επιστήμονες που ασχολούνται με τις προσωπικότητες των ανθρώπων, λένε ότι στον
προφορικό λόγο, πρέπει να έχεις θάρρος, δύναμη και απόλυτη γνώση του
αντικειμένου της συζήτησης, διότι αλλιώς κινδυνεύεις να εκτεθείς. Ενώ στον
γραπτό λόγο δεν έχεις τέτοιους κινδύνους δεδομένου ότι μπορείς να τον ελέγξεις
και πολλές φορές πριν τον εκθέσεις, και τέλος ξεδιπλώνεις λίγο από τα εσώψυχα
του εαυτού σου. Για 28 περίπου χρόνια είχα το θάρρος και δεν φοβήθηκα τον
προφορικό λόγο και νομίζω τουλάχιστον, ότι τα κατάφερα καλά από ότι δείχνουν τα
αποτελέσματα. Καιρός είναι όμως να δοκιμαστώ και στον γραπτό λόγο, αν και
κάποια άλλη ιδιότητα που είχα στην ζωή μου, απέδειξε ότι έχω λίγη άνεση και σε
αυτόν. Ήρθε λοιπόν η ώρα να το δούμε και μαζί. Καλή μας αρχή λοιπόν και καλή
ανταλλαγή γνώσεων και πού ξέρετε ίσως έτσι να καταφέρουμε να ξεφύγουμε και από
αυτήν την περιβόητη μοναξιά που είναι και ο τίτλος μας και που θα αναλύσουμε
στην επόμενη επαφή μας, την ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ.
Καλώς ήρθες και πάλι λοιπόν κι εσύ δάσκαλε, νομίζω οτί αρκετοί από εμάς το είχαμε ανάγκη... Ξέρεις τι απορία μου δημιουργήθηκε διαβάζοντας τα παραπάνω;; Γιατί θα πρέπει το ποτήρι να το βλέπουμε είτε μισογεμάτο είτε μισοάδειο και όχι απλά γεμάτο;;;;....
ΑπάντησηΔιαγραφή